ΧΟΧΛΙΟΙ ΜΕ ΓΙΑΧΝΕΡΑ ΧΟΡΤΑ
-
Οι χοχλιοί ή σαλιγκάρια είναι ένας από τους περιζήτητους, εκλεκτούς μεζέδες. Από την αρχαιότητα λατρεύτηκαν ως έδεσμα από τους μερακλήδες σε όλο τον κόσμο. Για μας τους Κρητικούς είναι ο καλύτερος μεζές του κρασιού και της ρακής, και προπάντων…οι μπουμπουριστοί!
Περιμένουν καρτερικά την βροχή για να βγουν από το καβούκι τους. Προχωρούν «γλείφοντας και έρποντας» μέσα στα χορτάρια και τις βρεγμένες πέτρες ανέμελα, αναζητώντας την τροφή τους. Κάθε φορά που κατεβαίνω μετά την βροχή στο κήπο του πατρικού μου σπιτιού, μετρώ τα βήματα μου για να μην πληγώσω κανένα χοχλιό. Αμέσως μου έρχονται αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, με τους χωριανούς μου να ξεχύνονται στον κάμπο από τις πρώτες βροχές του Οκτώβρη για συλλογή σαλιγκαριών. Εκείνο όμως που ήταν πολύ εντυπωσιακό ήταν η συλλογή σαλιγκαριών τις νυχτερινές ώρες. Ο πατέρας μου μαζί με φίλους έπαιρναν φακούς ή άναβε το λουξ και μέσα σε δυό ώρες έφερνε ένα καλάθι «γυρευτούς» (ψάχνοντας ) χοχλιούς στο σπίτι.
Θυμήθηκα και μια ωραία ιστορία που μου έχει διηγηθεί ο γείτονας του πατρικού μου σπιτιού, ο κύριος Μιχάλης ο καφετζής (παρατσουκλη, Κουτρουλης).
Την εποχή που ήταν νεαρός λυράρης ο Αλέκος Πολυχρονάκης τον έφερνε συχνά – πυκνά και έπαιζε στο καφενείο του. Κόσμος πολύς μαζευόταν και κυρίως η νεολαία του χωριού. Μια βραδιά που είχε ψιλοβρέξει, καλεσμένος ήταν πάλι ο Πολυχρονάκης. Έστησε τα μεγάφωνα και μικρόφωνα, στρώσανε και τα τραπέζια, και περιμένανε να γεμίσει το καφενείο. Τρις παρέες νεολαίοι ήταν όλοι κι όλοι οι θαμώνες. «Πούνε μωρέ ο κόσμος;» ρωτά ο Πολυχρονάκης. «Ήβρεξε Αλέκο μου και πήρανε τα λουξ και τσι λύχνους και πάνε τσι χοχλιούς». Καλό το χαρτζιλίκι τότε από την συλλογή σαλιγκαριών. Μέσα σε λίγες ώρες μπορούσαν να κάνουν ένα καλό μεροκάματο ακόμα και μέσα στην νύχτα.
Πιάνει ο Πολυχρονάκης την λύρα και αρχίζει τις κοντυλιές.''Δεν το ξανάδα σε χωριό
τέτοιο μασκαραλίκι
να προσπαθούνε απ’ τσι χοχλιούς
να βγάλουν χαρτζιλίκι.''
Υλικά½ κιλό χοχλιούς
1 μάτσο μάραθα
1 μάτσο διάφορα γιαχνερά χόρτα
1 ξερό κρεμμύδι
1 μέτρια ντομάτα
150ml ελαιόλαδο
1 κουταλιά μελί
Αλάτι πιπέρι
ΕκτέλεσηΣε σχετικά ζεστό νερό βάζουμε τους χοχλιούς μας και τους αφήνουμε για λίγο να ξυπνήσουν. Ξεχωρίζουμε ποιοι είναι ζωντανοί και τους καθαρίζουμε. Με ένα μαχαίρι ξύνουμε ξερά υπολείμματα που έχουν στο καβούκι τους και αφαιρούμε μια μεμβράνη που συνήθως έχει μπροστά, τους ξεπλένουμε πολύ καλά με ζεστό νερό και τους αφήνουμε για λίγο να σουρώσουν.
Σε μια κατσαρόλα βάζουμε το ελαιόλαδο και το κρεμμύδι ψιλοκομμένο, στη συνεχεία προσθέτουμε τους χοχλιούς μας και τους τσιγαρίζουμε για 3 λεπτά.
Αφού έχουμε καθαρίσει τα χόρτα μας τα πλένουμε πολύ καλά και τα αφήνουμε να στεγνώσουν. Κόβουμε το μάραθο και το πράσο (σίγουρα θα έχει το μάτσο) σε μεγαλούτσικα κομμάτια και το ρίχνουμε στη κατσαρόλα, προσθέτουμε και τη ντομάτα ξυσμένη και αφήνουμε το φαγητό μας για περίπου 10 λεπτά σε μέτρια θερμοκρασία. (βάζουμε τα μάραθα και τα πράσα νωρίτερα διότι χρειάζονται περισσότερο ψήσιμο).
Στη συνέχεια προσθέτουμε και τα υπόλοιπα γιαχνερά κομμένα. Αλατίζουμε το φαγητό μας, προσθέτουμε λίγο ζεστό νερό και αφήνουμε να ψηθεί για περίπου ακόμα 15 λεπτά.
Όταν έχει ψηθεί μπορούμε αν θέλουμε να προσθέσουμε μια κουταλιά μελί.
Μην σας τρομάζει, δίνει μια υπέροχη γεύση στο φαγητό μας. Μου το έμαθε ένας μονάχος σε ένα μοναστήρι εδώ στο Ηράκλειο στην Αγία Ειρήνη τη Χρυσοβαλάντου. Βρεθήκαμε στο μοναστήρι δεκαπενταύγουστο και μας έκανε το τραπέζι με πατάτες κοκκινιστές και μάραθα, στο τέλος είχε πρόσθεση μελί. Ξαφνιάστηκα, αλλά με ενημέρωσε ότι το μελί ταιριάζει πολύ με τα μάραθα. Πραγματικά ήταν εξαιρετικό. Σας προτείνω να το δοκιμάσετε .Καλή επιτυχία!!!